Για να είμαι ειλικρινής δεν ξέρω από που να αρχίσω ένα τόσο συναισθηματικά πολύπτυχο θέμα οπότε θα το πιάσω από την αρχή του χρονικά. Πάμε πίσω λοιπόν λίγα χρόνια πριν αρχίσει ο κόσμος να ζει με κινητά (για διαδίκτυο ούτε λόγος). Μόλις έχουμε τελειώσει το Λύκειο και την άχαρη αυτή χρονιά του διαβάσματος για τις Πανελλαδικές εξετάσεις οπότε στο τέλος αυτών πάμε με τους φίλους την πρώτη μας εκδρομή. Αντιλαμβάνεστε φαντάζομαι πόσο πολυπόθητη ήταν αυτή για ένα μάτσο πλημμυρισμένους από ορμόνες έφηβους και υπερπηγμένους στο διάβασμα.
Προορισμός: Σκιάθος. Δε θυμάμαι ποιανού ιδέα ήταν αλλά θυμάμαι πως αταξίδευτοι όντες ουδείς είχε αντίρρηση αφού αυτοσκοπός ήταν επιτέλους να ξεσκάσουμε. Μπαίνουμε στο λεωφορείο για Αγ. Κωνσταντίνο και μετά παίρνουμε το καραβάκι για το νησί. Μια αιωνιότητα μετά ακόμη γελάω με την αφέλεια και την ασχετοσύνη μας. Το αταξίδευτοι που είπα πριν ήταν το λιγότερο. Φτάνοντας στη Σκιάθο λέμε να μείνουμε σε ένα κάμπινγκ. Τι περίεργο θα πει κανείς. Ναι, μόνο που δεν έχουμε ΤΙΠΟΤΑ μαζί μας εκτός από τα ρούχα μας. Ρωτώντας βρίσκουμε ένα τύπο που μας λέει πως θα μας πάει σε ένα κάμπινγκ με το λεωφορείο του και μάλιστα τσάμπα. "Μπράβο καλωσύνες;" αναρωτιέμαι.
Φτάνουμε στο κάμπινγκ όπου στην "υποδοχή" πετυχαίνουμε έναν τύπο που μάλλον ήταν ο ιδιοκτήτης, ή έστω (αυτο)παρουσιάστηκε ως τέτοιος. Φανταστείτε μια περίπτωση ανθρώπου κάτι σαν (ακόμα πιο αγράμματο) ξάδερφο του Χαράλαμπου Τραμπάκουλα. Μη ξεχνάτε πως την εντύπωση αυτή μας την αφήνει αν και είμαστε ξύλα απελέκητα. Έρχεται και ένας βοηθός του, λίγο πιο εγγράμματος, ο οποίος όταν διαπιστώνει ότι δεν έχουμε ούτε σκηνή ούτε sleeping bag ούτε τίποτα αρχίζει καραφλιασμένος να σκέφτεται πως και που θα μας βολέψει. Long story short, ξεθάβουν από κάπου 2 μικρές σκηνές τις οποίες και μας νοικιάζουν.
Με το ζόρι χωράμε εμείς μέσα τους και μόνο λόγω ηλικίας/διάθεσης, για τις (λίγες) αποσκευές μας ούτε λόγος. Βράδυ πλέον, λέμε να πάμε στο εστιατόριο του συγκεκριμένου "συγκροτήματος" (γέλια κοινού) που ήταν το μόνο μέρος ανοιχτό ώστε να πάρουμε κάτι να πιούμε. Ζητάμε ένα μπουκάλι κρασί και ο σερβιτόρος μας λέει μια τιμή εξωγήινη. Δραχμές τότε, δεν θυμάμαι ακριβώς το νούμερο αλλά νομίζω ψέλλισε κάτι που άρχιζε από εφτακόσια. Με τα μάτια έξω τον ρωτάμε "ΠΟΣΟ;;;" Επαναλαμβάνει μια τιμή στο μισό της προηγούμενης. Έπρεπε να ταξιδέψω στο Μαρόκο ένα τέταρτο της αιωνιότητας αργότερα για να συναντήσω αντίστοιχη τουριστική αλητεία.
Το βράδυ πέρασε με αυτό το κρασί και μια σχετικά μακρά διένεξη με τον ιδιοκτήτη (;) της "επιχείρησης" αυτής αλλά ας εστιάσουμε σε κάτι πιο ελκυστικό: Η απίστευτη βραδυνή υγρασία του συγκεκριμένου μέρους του νησιού έκανε τα δέντρα να στάζουν πάνω στις σκηνές λες και έβρεχε. Ο ήχος αυτός μέσα στο σκοτάδι έδενε καταπληκτικά με τις "σταγόνες" από τα πλήκτρα του συγχωρεμένου Rick Wright στην εισαγωγή του "Echoes" των Pink Floyd που ακούγαμε από ένα κασετόφωνο (σώβρακα μπορεί να ξεχνάγαμε αλλά κασέτες με τίποτα - απόλυτη προτεραιότητα όλων μας η μουσική).
Δεν ήταν η πρώτη φορά που άκουγα Floyd αλλά ήταν η εποχή που έμπαινα ολοένα και πιο μέσα τους. Πολύ σωστά είχε ειπωθεί κάποτε πως ενώ τα ροκ συγκροτήματα σε ξεσήκωναν οι Floyd σε καθήλωναν. Αυτή τους η ιδιότητα κούμπωσε απόλυτα με τις εφηβικές βουτιές στο μέσα μας, peppered with a fair amount of pessimism όπως ίσως θα έλεγε και ένας συντοπίτης τους. Εντυπωσιακό το πόσες γενιές τους προσέγγισαν έτσι. Θυμάμαι ένα (συγχωρεμένο) φίλο μου να μου λέει πως στη διάρκεια της χούντας, σε αντίστοιχη ηλικία, ακούγανε Floyd με φίλους σε ένα υπόγειο πίνωντας κρασί με αναμένα κεριά για φως.
Στους Floyd συναντήθηκαν (και αργότερα συγκρούστηκαν) 2 κόσμοι, το φως και το σκοτάδι. Στην πορεία του χρόνου και ακόμη πιο έντονα σήμερα αποδεικνύεται πως Ο David Gilmour εκπροσωπεί το πρώτο και ο Roger Waters το δεύτερο. Το σκοτάδι του Waters πλαισιωμένο από τους εξαιρετικούς μουσικούς των Floyd μας χάρισε αριστουργήματα μέχρι και το "The Wall". Σε αυτό το δίσκο και συγκεκριμένα στο "In the Flesh" τραγουδά:
Are there any queers in the theater tonight?
Get them up against the wall!
There's one in the spotlight, he don't look right to me,
Get him up against the wall!
That one looks Jewish!
And that one's a coon!
Who let all of this riff-raff into the room?
There's one smoking a joint,
And another with spots!
If I had my way,
I'd have all of you shot!
Τι τραγική ειρωνία όμως, εδώ και χρόνια να έχει πρακτικά γυρίσει την πλάτη σε αυτούς που υποστήριζαν οι συγκεκριμένοι στοίχοι αφού ο ίδιος πλέον υποστηρίζει ή δικαιολογεί, έμμεσα ή άμεσα και ξεδιάντροπα, τον εισβολέα στην Ουκρανία και τους σφαγείς των Εβραίων.
Στον απόλυτο αντίποδα ο Gilmour, ο οποίος άλλωστε κυκλοφόρησε και σχετικό τραγούδι μετά την έναρξη της ρωσικής εισβολής, με τη συμμετοχή του Nick Mason (ως Pink Floyd κυκλοφόρησε):
Όμως 2 χρόνια πριν κυκλοφορήσει το παραπάνω, ο Gilmour είχε κάνει και κάτι ίσως ακόμη πιο αποκαλυπτικό για το ποιός είναι αυτός και η οικογένειά του. Έκανε ένα ζωντανό βίντεο με την ευκαιρία της κυκλοφορίας του βιβλίου "A Theatre for Dreamers" της γυναίκας του Polly Samson . Το βιβλίο πάει πίσω στο 1960 και όπως μπορείτε να διαβάσετε στη σύνοψή του:
"...tells the story of 18-year-old Erica, who escapes from her controlling father in London to live among the colony of writers, painters and musicians on the small Greek island of Hydra. Erica befriends and then observes Hydra's circle of talented but troubled bohemians, including fictionalised versions of famed real-life characters Charmian Clift, George Johnston, Axel Jensen, Marianne Ihlen, Gregory Corso, Gordon Merrick and a young, as yet undiscovered, Leonard Cohen".
Είναι προφανής ο φιλελληνισμός τηςPolly, αν μάλιστα δει κανείς πως μιλά για την Ύδρα σε διάφορες συνεντεύξεις της (όπου δεν ξεχνά να μνημονεύσει πως είναι το νησί όπου έπαιξε για πρώτη φορά ο Κοέν) αλλά επίσης προφανές είναι πως αυτό είναι ένα από τα χαρακτηριστικά που μοιράζονται με τον David. Ο τελευταίος έχει ιδιοκτησίες στην Ελλάδα, έχει δώσει Ελληνικά ονόματα σε τραγούδια του (Castellorizon, Kokineli) και έχει παντρέψει μια κόρη του στη Ρόδο. Σε αυτό το νησί έχει συμβεί μια σκηνή ενδεικτική του χαρακτήρα του:
Ο Μπάμπης Στόκας, φαντάρος όντας εκεί, έχει βγει έξω να πιεί κάτι. Κάποια στιγμή ο μαγαζάτορας του φέρνει ένα ποτό και του λέει "κερασμένο από τον κύριο εκεί στη γωνία". Ο "κύριος στη γωνία" φεύγει κάποια στιγμή και έρχεται στον Στόκα ο μαγαζάτορας και του λέει: "Ρε συ κατάλαβες ποιός σε κέρασε;" "Ποιός;" του λέει ο Στόκας. "Ο Γκίλμουρ από τους Φλόυντ ήταν ρε μαλάκα!".
Πάμε στο livestream όμως που έκανε ο Gilmour με την οικογένειά του με την ευκαιρία του βιβλίου της συζύγου του:
Αυτή η οικογένεια ξεχειλίζει αγάπη και αρμονία εντελώς ανεπιτήδευτα και αβίαστα. Τόσα αξιολάτρευτα στοιχεία: το πως κοιτάζει η Polly τον David μετά από τόσα χρόνια γάμου, η παιδικότητα της Romany, το πως "παίζει" με τη μητέρα της, η φωνή της που συνεχίζει την αγνότητα του πατέρα της και τόσα άλλα. Αναρωτιέσαι γιατί να μην είναι έτσι πολύ περισσότερες οικογένειες. Θα πει κάποιος αποστασιοποιημένος από τον ρομαντισμό "καλά, ας είχα λύσει το βιοποριστικό μου και θα το έπαιζα και γω άνετος". Σίγουρα τους βοηθά αυτό αλλά ΔΕΝ είναι μόνο αυτό. Δείτε το καθαρό βλέμμα τους, πρέπει να είσαι πραγματικά καλός άνθρωπος για να έχεις ένα τέτοιο. Στο Q&A (ερωτοαπαντήσεις) κάποιος από το κοινό ρωτά τη Romany αν θα ήθελε να κάνει καριέρα τραγουδίστριας. Αυτή απαντά "όχι", ο David λέει διακριτικά "θα μπορούσε" και η Poly του λέει "σσσ, θα κάνει ό,τι θέλει".
Δε σας κρύβω όμως ότι παρά το γεγονός πως γνώριζα τα ιδιαίτερα αισθήματα του Γκιλμουρέϊκου για τη χώρα στην οποία έτυχε να γεννηθώ, συγκινήθηκα και εκπλάγηκα όταν είδα την οικογένεια να έχει στήσει ένα τόσο Ελληνικό σκηνικό για αυτή την περίσταση:
Η ψυχή του David και οι εμπειρίες του έχουν μαζέψει τόση αγάπη και ειρήνη στα μάτια του ενώ η Polly έχει τη θέρμη της γης. 2 απολαυστικοί άνθρωποι πολλαπλασίασαν εαυτούς με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Πόσο υπέροχο...
No comments:
Post a Comment